Η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) αποτελεί το ανώτατο δευτεροβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 1918 και λειτουργεί ως θεσμικός εκπρόσωπος των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο, καλύπτοντας ευρύ φάσμα επαγγελμάτων και κλάδων. Ο ρόλος της ΓΣΕΕ είναι διττός: αφενός διαπραγματεύεται συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και αφετέρου παρεμβαίνει στις δημόσιες πολιτικές υπέρ της εργασίας, συμμετέχοντας σε θεσμικά όργανα και κοινωνικό διάλογο.
Η ΓΣΕΕ αναλαμβάνει τη διαπραγμάτευση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), η οποία καθορίζει βασικούς όρους για τους εργαζομένους, όπως ο κατώτατος μισθός, άδειες, παροχές και συνθήκες εργασίας. Αν και μετά τα μνημόνια του 2010 και τις αλλαγές στη νομοθεσία, ο ρόλος της στη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού έχει περιοριστεί (με τον καθορισμό να γίνεται πλέον από την κυβέρνηση), η ΕΓΣΣΕ εξακολουθεί να αποτελεί εργαλείο ρύθμισης της αγοράς εργασίας σε πολλά άλλα επίπεδα.
Πέρα από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, η ΓΣΕΕ δραστηριοποιείται στον τομέα της έρευνας και τεκμηρίωσης μέσω του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), το οποίο δημοσιεύει μελέτες για την απασχόληση, την ανεργία, τις ανισότητες και τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Η συνομοσπονδία συμμετέχει επίσης σε ευρωπαϊκές και διεθνείς συνδικαλιστικές ενώσεις, προβάλλοντας τις θέσεις της ελληνικής εργατικής τάξης σε ευρύτερα fora και επιδιώκοντας τον συντονισμό κοινών δράσεων.
Η ΓΣΕΕ, ωστόσο, δεν έχει αποφύγει την κριτική. Στο πλαίσιο των κρίσεων των τελευταίων δεκαετιών, έχει κατηγορηθεί για αδυναμία να εκφράσει δυναμικά τα συμφέροντα των εργαζομένων, ενώ συχνά η ηγεσία της θεωρείται αποκομμένη από τις βάσεις. Παρόλα αυτά, παραμένει σημαντικός πυλώνας του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, με διαχρονική επιρροή τόσο στο κοινωνικό όσο και στο πολιτικό πεδίο.