Η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση και μετά βιώνει μια σταθερή και συνεχιζόμενη άνοδο της διαφθοράς και της διαπλοκής, με επιχειρηματίες, ΜΜΕ και πολιτικά κόμματα να εμπλέκονται σε έναν ατέρμονο κύκλο αλληλοεξυπηρετήσεων. Κι όμως, όσο σπάνιο κι αν ακούγεται, υπήρξε μια στιγμή στη σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία που φάνηκε πως ίσως μπορούσε να γίνει η μεγάλη αλλαγή.
Ο Νόμος του Βασικού Μετόχου
Τον Ιανουάριο του 2005 η τότε κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή επιχείρησε κάτι που δεν είχε τολμήσει καμία άλλη ελληνική κυβέρνηση έως τότε: να θέσει τέλος στη διαπλοκή μέσω του περίφημου Νόμου περί «Βασικού Μετόχου». Ένας νόμος απλός στη σύλληψή του, αλλά ριζοσπαστικός και εξαιρετικά επικίνδυνος για όσους είχαν συμφέρον από τη συνέχιση της διαφθοράς.
Αν ένας επιχειρηματίας κερδίζει χρήματα από το δημόσιο, δεν μπορεί να έχει αντικειμενικό λόγο στην ενημέρωση
Τι προέβλεπε ο Νόμος
Με πολύ απλά λόγια, ήταν ένας νόμος που απαγόρευε σε επιχειρηματίες που κατείχαν τουλάχιστον το 1% ενός ΜΜΕ (τηλεοπτικό κανάλι, ραδιόφωνο, εφημερίδα) να αναλαμβάνουν δημόσια έργα και κρατικές προμήθειες.
Οι στόχοι του Νόμου:
- Διασφάλιση αντικειμενικής ενημέρωσης.
- Αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων.
- Προστασία του δημόσιου συμφέροντος από διαπλεκόμενα συμφέροντα.
Η ιδέα πίσω από το νόμο ήταν ξεκάθαρη: αν ένας επιχειρηματίας κερδίζει χρήματα από το δημόσιο, δεν μπορεί να έχει αντικειμενικό λόγο στην ενημέρωση. Έτσι, ο νόμος αυτός επιδίωξε να αποκαταστήσει τη χαμένη αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης, προστατεύοντας παράλληλα το δημόσιο συμφέρον.
Η αντίδραση των ΜΜΕ και η υπόθεση Βατοπεδίου
Η αντίδραση του συστήματος, όμως, ήταν άμεση και σκληρή. Τα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα και τα κανάλια, που είδαν πως τα οικονομικά τους συμφέροντα απειλούνται, ξεκίνησαν έναν ανελέητο επικοινωνιακό πόλεμο κατά της κυβέρνησης Καραμανλή. ΜΜΕ που μέχρι τότε κρατούσαν μια σχετική ουδετερότητα, όπως:
- Mega Channel
- «Το Βήμα» και «Τα Νέα» του ΔΟΛ
- «Έθνος» του Πήγασου (Μπόμπολας)
άρχισαν να χτυπούν ανελέητα κάθε κυβερνητική ενέργεια.
Η υπόθεση Βατοπεδίου
Η κορύφωση αυτής της σύγκρουσης ήρθε με την υπόθεση Βατοπεδίου, η οποία διογκώθηκε από τα ΜΜΕ με τέτοια ένταση και επιμονή που η κοινή γνώμη πείστηκε πως επρόκειτο για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της σύγχρονης Ελλάδας.
Σήμερα ξέρουμε πως τελικά το σκάνδαλο αυτό δικαστικά κατέρρευσε, αφού όλοι οι εμπλεκόμενοι αθωώθηκαν και καμία ζημία δεν αποδείχθηκε για το ελληνικό δημόσιο. Κι όμως, ήταν αυτό το σκάνδαλο που έβαλε ουσιαστικά την πολιτική «ταφόπλακα» στην κυβέρνηση.
Το μήνυμα του συστήματος
Ποιο ήταν, λοιπόν, το μήνυμα που πέρασε το σύστημα στους επόμενους πολιτικούς; Ήταν ξεκάθαρο και σκληρό: «μην τολμήσετε να τα βάλετε μαζί μας, γιατί θα σας τελειώσουμε πολιτικά». Από τότε καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να ξαναεπιχειρήσει κάτι ανάλογο, και η διαπλοκή συνέχισε ακάθεκτη.
Πώς θα ήταν η Ελλάδα χωρίς τη διαπλοκή;
Αν ο Νόμος του Βασικού Μετόχου είχε εφαρμοστεί, σήμερα η Ελλάδα πιθανώς να είχε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα:
- Αντικειμενική ενημέρωση
- Λιγότερη διαφθορά
- Μεγαλύτερη διαφάνεια στις κρατικές προμήθειες και δημόσια έργα
- Ένα κράτος πιο υγιές και δίκαιο
Ευκαιρία που φυσικά χάθηκε, θυσιασμένη στον βωμό των συμφερόντων που κυβερνούν τη χώρα εδώ και δεκαετίες. Το αποτέλεσμα είναι εμφανές σήμερα περισσότερο από ποτέ: μια κοινωνία απαξιωμένη, μια οικονομία που αγκομαχά, και μια πολιτική τάξη που έχει χάσει κάθε αξιοπιστία.
Υπάρχει ελπίδα;
Το μεγάλο ερώτημα που παραμένει είναι βαθιά φιλοσοφικό και ουσιαστικό: Υπάρχει άραγε σωτηρία για έναν τόπο όπου το σύστημα έχει δομηθεί τόσο μεθοδικά πάνω στη διαφθορά και τη διαπλοκή; Μπορεί η Ελλάδα να αλλάξει πορεία ή είναι καταδικασμένη να ζει στο ίδιο τέλμα;
Η απάντηση ίσως να μην είναι εύκολη, αλλά σίγουρα απαιτεί γενναιότητα από τους πολίτες και από εκείνους που τολμούν να αναλάβουν τα ηνία αυτής της χώρας. Μόνο τότε, ίσως, υπάρξει πραγματική ελπίδα.