Σημαντικές εξελίξεις σημειώθηκαν στις αγορές ομολόγων, με το spread του ελληνικού 10ετούς να υποχωρεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008. Η απόδοση του ελληνικού κρατικού τίτλου διαμορφώθηκε στις 75 μονάδες βάσης, σημειώνοντας μια από τις καλύτερες επιδόσεις της ελληνικής αγοράς ομολόγων τα τελευταία χρόνια.
Ανοδος στις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων
Οι αποδόσεις των γερμανικών 10ετών ομολόγων κατέγραψαν την μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από τα μέσα Απριλίου. Μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ την Πέμπτη, η απόδοση του γερμανικού 10ετούς ενισχύθηκε στις 2,24%, σημειώνοντας άνοδο 14 μονάδων βάσης σε εβδομαδιαία βάση. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αν και προχώρησε σε νέα μείωση των επιτοκίων, δεν έδωσε σαφείς ενδείξεις για τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δεν αποκάλυψε το λεγόμενο “ουδέτερο επιτόκιο”, αφήνοντας τους επενδυτές να αναμένουν περαιτέρω στοιχεία από την επιχειρηματική δραστηριότητα της Ευρωζώνης. Παράλληλα, η απόσυρση της φράσης “η νομισματική πολιτική παραμένει επαρκώς περιοριστική” από την ανακοίνωση της ΕΚΤ υποδηλώνει μια πιο ευέλικτη στάση για το μέλλον.
Η εικόνα της ελληνικής αγοράς
Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς διαμορφώθηκε στο 3,02%, ενώ του πενταετούς στο 2,34%. Παρά την ελαφρά άνοδο στις αποδόσεις, το spread έναντι του γερμανικού ομολόγου σημείωσε ιστορικό χαμηλό, δείχνοντας την αυξημένη εμπιστοσύνη των επενδυτών στην ελληνική οικονομία.
Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η ΕΚΤ και η Federal Reserve πιθανόν να συνεχίσουν τις μειώσεις επιτοκίων, με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας. Παράλληλα, η διατήρηση σταθερότητας στις αγορές ομολόγων της Ευρωζώνης αποτελεί προτεραιότητα, καθώς οι γεωπολιτικές και οικονομικές συνθήκες παραμένουν σύνθετες.
Τι σημαίνει αυτή η μείωση του spread;
Η υποχώρηση του spread του ελληνικού 10ετούς ομολόγου σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα αποτελεί έναν σημαντικό δείκτη της αυξανόμενης εμπιστοσύνης των επενδυτών στην ελληνική οικονομία. Συμβολίζει τη βελτίωση των δημοσιονομικών συνθηκών, τη σταθεροποίηση της μακροοικονομικής εικόνας και την επιστροφή της χώρας σε μια κατάσταση κανονικότητας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.
Επιπλέον, το γεγονός αυτό μειώνει το κόστος δανεισμού του Δημοσίου, δημιουργώντας περιθώρια για μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία και επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας. Τέλος, λειτουργεί θετικά για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, καθώς μειώνει τη διαφορά επιτοκίων, διευκολύνοντας την πρόσβασή τους σε χρηματοδότηση με ευνοϊκότερους όρους.