Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τη μείωση των επιτοκίων δημιουργεί θετικές προοπτικές για δανειολήπτες και επιχειρήσεις, καθώς τους δίνει πρόσβαση σε πιο προσιτό δανεισμό. Ειδικά για τους δανειολήπτες με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, η επίδραση στις δόσεις τους εξαρτάται από τις μελλοντικές κινήσεις της ΕΚΤ.
Το «πάγωμα» των επιτοκίων και το Euribor
Για όσους έχουν ήδη λάβει στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, οι τράπεζες αποφάσισαν να «παγώσουν» τις δόσεις τους από τον Μάιο του 2023 έως τον Μάιο του 2025. Η βάση του υπολογισμού είναι το επιτόκιο Euribor, το οποίο τον Μάρτιο του 2023 κυμαινόταν γύρω στο 3%, ενώ με το πάγωμα καθορίστηκε στο 2,8%. Με αυτόν τον τρόπο, οι δανειολήπτες προστατεύτηκαν από τις μετέπειτα αυξήσεις των επιτοκίων, διατηρώντας σταθερές τις μηνιαίες δόσεις τους.
Για να υπάρξει επιπλέον όφελος για τους δανειολήπτες, το Euribor θα πρέπει να μειωθεί ξανά κάτω από το 2,8%, κάτι που προβλέπεται να συμβεί μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Εάν η ΕΚΤ επιταχύνει τις μειώσεις επιτοκίων, το όφελος αυτό θα μεταφερθεί νωρίτερα στους δανειολήπτες, ελαφρύνοντας περαιτέρω τα οικονομικά τους βάρη.
Όφελος 300 εκατ. ευρώ για τους συνεπείς δανειολήπτες
Οι συνεπείς δανειολήπτες, που επωφελήθηκαν από το «πάγωμα» του Euribor στο 2,8%, έχουν ήδη αποκομίσει συνολικό όφελος ύψους 300 εκατ. ευρώ, όπως ανέφερε ο CEO της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης. Παράλληλα, τα νέα στεγαστικά δάνεια προσφέρονται στην ελληνική αγορά με επιτόκια χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καθιστώντας τη δανειοδότηση πιο προσιτή για τα ελληνικά νοικοκυριά. Το μέσο επιτόκιο σταθερού επιτοκίου για πέντε χρόνια στην Ελλάδα ανέρχεται στο 3,42%, ενώ στην Ευρώπη είναι 3,93%.
Επίδραση στην οικονομία
Η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ δεν επηρεάζει μόνο τους δανειολήπτες, αλλά και το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον. Δίνει ώθηση στην ελληνική οικονομία, η οποία παραμένει από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες στην ευρωζώνη, ενώ παράλληλα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αποκτήσουν φθηνότερη πρόσβαση σε κεφάλαια. Η θετική αυτή εξέλιξη μπορεί να συμβάλει στη σταθεροποίηση των οικογενειακών προϋπολογισμών σε μια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας.