Πώς η κίνηση της FED για μείωση επιτοκίων επηρεάζει και τις αποφάσεις της ΕΚΤ

Η ΕΚΤ εξετάζει νέα μείωση επιτοκίων τον Οκτώβριο μετά την απόφαση της FED, με στόχο τη σταθερότητα του ευρώ και την αντιμετώπιση του πληθωρισμού
Η ΕΚΤ ακολουθεί τη FED με νέα μείωση επιτοκίων

Οι γεωπολιτικές αναταράξεις που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα γύρω από τη διάρκεια του πολέμου και τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, επιδεινώνουν τις οικονομικές αναταράξεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο νέας μείωσης των επιτοκίων του ευρώ τον Οκτώβριο, ακολουθώντας την κίνηση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), η οποία μείωσε τα επιτόκιά της κατά μισή μονάδα την περασμένη Τετάρτη. Σύμφωνα με έγκυρες ευρωπαϊκές πηγές, η ΕΚΤ ενδέχεται να προχωρήσει σε μια δεύτερη μείωση των επιτοκίων κατά 0,25 μονάδες βάσης, σε συνέχεια της επόμενης συνεδρίασης της στην Φρανκφούρτη.

Παρόμοιο άρθρο: Η Fed αιφνιδιάζει με μείωση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης

Οι παράγοντες που επηρεάζουν αυτή την απόφαση είναι πολλοί και κρίσιμοι:

  • Η Επίδραση της FED και οι Προβλέψεις για τα Αμερικανικά Επιτόκια

    Η πρόσφατη μείωση των επιτοκίων από τη FED, σε συνδυασμό με τις προβλέψεις ότι η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα συνεχίσει να μειώνει τα επιτόκια, αν και με πιο συγκρατημένο ρυθμό, για να αποτρέψει την ύφεση, δημιουργεί ένα πλαίσιο που μπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις της ΕΚΤ.

    Παρά τις δηλώσεις του Τζερόμ Πάουελ ότι η ταχύτητα μείωσης των επιτοκίων του δολαρίου θα επιβραδυνθεί, οι αγορές αναμένουν ότι η FED θα συνεχίσει τις μειώσεις, φτάνοντας συνολικά έως 0,75 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους.

  • Ο Πληθωρισμός στην Ευρωζώνη και η Οικονομική Ανάκαμψη

    Σημαντικές θετικές εξελίξεις παρατηρούνται στο μέτωπο του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, ο οποίος, αν και με αργούς ρυθμούς, σημειώνει πτωτική πορεία. Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή οικονομία δείχνει σημάδια ανάκαμψης από την στασιμότητα του προηγούμενου έτους.

    Σύμφωνα με πηγές της ΕΚΤ, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων κατάφεραν να περιορίσουν τον πληθωρισμό χωρίς να οδηγήσουν την ευρωζώνη σε ύφεση, κάτι που μπορεί να ανοίξει το δρόμο για νέες μειώσεις επιτοκίων.

  • Η Σταθερότητα του Ευρώ και η Ανταγωνιστικότητα των Ευρωπαϊκών Προϊόντων

    Ένας ακόμη καθοριστικός παράγοντας είναι η αποφυγή μιας δραματικής υποτίμησης του ευρώ έναντι του δολαρίου, η οποία θα μπορούσε να πλήξει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη προσπαθεί να ενισχύσει την ανάπτυξή της.

    Με το ευρωπαϊκό ΑΕΠ να εξαρτάται σε ποσοστό άνω του 50% από το διεθνές εμπόριο, η σταθερότητα του ευρώ κρίνεται απαραίτητη. Σε αντίθεση, οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν χαμηλότερη εξάρτηση από το διεθνές εμπόριο, με ποσοστά γύρω στο 27%.

Με βάση όλα τα παραπάνω, αναλυτές εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις μειώσεις επιτοκίων με προσεκτικό ρυθμό, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στον πληθωρισμό και την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα. Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι το κόστος του χρήματος δεν θα επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα σύντομα, καθώς οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες παραμένουν υψηλές, καθιστώντας τις κεντρικές τράπεζες εξαιρετικά προσεκτικές στις επόμενες κινήσεις τους.

Αντίκτυπος αυτής της κίνησης στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία

Η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Καταρχάς, με χαμηλότερα επιτόκια, το κόστος δανεισμού μειώνεται, διευκολύνοντας τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να αναζητήσουν χρηματοδότηση για επενδύσεις και κατανάλωση. Αυτό μπορεί να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη, καθώς η αυξημένη ρευστότητα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, απομακρύνοντας το φάσμα της ύφεσης.

Επιπλέον, η υποτίμηση του ευρώ που ενδέχεται να προκληθεί από τη μείωση των επιτοκίων, θα καταστήσει τα ευρωπαϊκά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά στο διεθνές εμπόριο, αυξάνοντας τις εξαγωγές και ενισχύοντας την οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη.

Ωστόσο, υπάρχουν και πιθανοί κίνδυνοι από μια τέτοια κίνηση. Η υποτίμηση του ευρώ θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος των εισαγωγών, συμβάλλοντας σε πληθωριστικές πιέσεις, σε μια εποχή που η ΕΚΤ προσπαθεί να διατηρήσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Επιπλέον, η μείωση των επιτοκίων μπορεί να πλήξει την κερδοφορία των τραπεζών, καθώς μειώνεται το περιθώριο κέρδους από τις χορηγήσεις δανείων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει τις τράπεζες να περιορίσουν την προσφορά δανείων ή να αυξήσουν τις χρεώσεις για άλλες υπηρεσίες, επηρεάζοντας αρνητικά τους καταναλωτές. Τέλος, οι αποταμιευτές μπορεί να δουν χαμηλότερες αποδόσεις στις καταθέσεις τους, κάτι που ενδεχομένως θα τους ωθήσει σε πιο ριψοκίνδυνες επενδύσεις, με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται για τη σταθερότητα της οικονομίας.