Λίγο πριν τελειώσει η θητεία του Μπάιντεν βάζει τέλος στο φορολογικό παραθυράκι για Shein και Temu

Η κυβέρνηση Μπάιντεν κλείνει το φορολογικό παραθυράκι de minimis που χρησιμοποιούν Shein και Temu για να αποφεύγουν δασμούς.
usa shein temu

Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε νέα μέτρα για να περιορίσει τη χρήση ενός παλιού φορολογικού παραθύρου, γνωστού ως «παραθυράκι de minimis», το οποίο επιτρέπει σε πακέτα αξίας κάτω των 800 δολαρίων να εισέρχονται στις ΗΠΑ χωρίς την επιβολή δασμών ή λεπτομερών ελέγχων. Η διάταξη αυτή έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως από μεγάλες κινεζικές εταιρείες, όπως η Shein και η Temu, που στέλνουν μαζικά φθηνά προϊόντα στους Αμερικανούς καταναλωτές.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις αξιωματούχων του Λευκού Οίκου, η χρήση της εξαίρεσης αυτής έχει αυξηθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία, με τις αποστολές να εκτοξεύονται από 140 εκατομμύρια σε πάνω από ένα δισεκατομμύριο. Ο Daleep Singh, αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, δήλωσε ότι η ραγδαία αύξηση των αποστολών de minimis καθιστά δύσκολη την επιβολή ελέγχων σε παράνομα ή μη ασφαλή προϊόντα (κοινώς “θέλουμε πρέπει να σας φορολογήσουμε παραπάνω”).

Επιπτώσεις για Shein και Temu

Η έκρηξη των αποστολών de minimis αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στις κινεζικές εταιρείες Shein και Temu, οι οποίες χρησιμοποιούν αυτή τη φορολογική διάταξη για να αποστέλλουν προϊόντα αξίας εκατομμυρίων δολαρίων απευθείας στους Αμερικανούς καταναλωτές. Η Shein, για παράδειγμα, έχει επικριθεί έντονα για το γεγονός ότι χρησιμοποιεί αυτό το παραθυράκι για να αποφύγει δασμούς που πληρώνουν ανταγωνιστές της, όπως η GAP και η H&M.

Οι νέοι περιορισμοί που εξετάζονται ενδέχεται να ανατρέψουν το επιχειρηματικό μοντέλο των δύο αυτών εταιρειών, δεδομένου ότι το 70% των κινεζικών εισαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ενδυμάτων υπόκειται σε δασμούς. Η κυβέρνηση Μπάιντεν προτίθεται, επίσης, να επιβάλει τη συλλογή περισσότερων πληροφοριών για τις αποστολές de minimis, όπως τον 10ψήφιο αριθμό δασμολογικής ταξινόμησης και τα στοιχεία του αποστολέα.

Το παραθυράκι του 1930

Η εξαίρεση de minimis προέρχεται από έναν δασμολογικό νόμο που ψηφίστηκε το 1930, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει επανειλημμένα τεθεί στο στόχαστρο της αμερικανικής κυβέρνησης. Μελέτες δείχνουν ότι μόνο το 2022, πάνω από το 30% όλων των πακέτων που εισήλθαν στις ΗΠΑ μέσω αυτής της εξαίρεσης ανήκαν σε Shein και Temu.

Παραδοσιακοί λιανέμποροι, όπως η GAP, πληρώνουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε δασμούς για τις εισαγωγές τους, ενώ οι δύο κινεζικές εταιρείες, εκμεταλλευόμενες το παραθυράκι, δεν πληρώνουν σχεδόν καθόλου. Αυτή η ανισότητα τους επιτρέπει να προσφέρουν εξαιρετικά χαμηλές τιμές, θέτοντας σε δυσμενή θέση τους ανταγωνιστές τους.

Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η εξαίρεση επιτρέπει την εισαγωγή προϊόντων που ενδέχεται να έχουν κατασκευαστεί με ανήθικες πρακτικές, όπως η δουλεία, καθώς τα πακέτα δεν υπόκεινται στους ίδιους ελέγχους με τις παραδοσιακές εισαγωγές.

Η Shein, από την πλευρά της, έχει αρνηθεί τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι το επιχειρηματικό της μοντέλο και οι χαμηλές τιμές της δεν εξαρτώνται από την εξαίρεση de minimis.